Βγάζουν από την «πρίζα» τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις

Στο σημείο να πάρουν τις δύσκολες αποφάσεις και να κάνουν το επώδυνο ξεκαθάρισμα των δανειακών τους χαρτοφυλακίων που ανέβαλαν για χρόνια, βρίσκονται οι τράπεζες. Υπό την πίεση των ευρωπαϊκών εξελίξεων και τη δαμόκλειο σπάθη του SSM, το προσεχές διάστημα πρόκειται να βγάλουν από την «πρίζα» της τεχνητής υποστήριξης μεγάλες επιχειρήσεις, σε μια απόφαση για εξυγίανση «σοκ» των επιχειρήσεων, αλλά και των ίδιων των τραπεζών.

Ενώ καταβάλλονται αγωνιώδεις προσπάθειες για να σωθεί ο όμιλοςΜαρινόπουλου, ο οποίος ενέχει συστημικό κίνδυνο έως και 2 δισ. ευρώ για την ελληνική οικονομία, και «σκάνε» εταιρείες όπως η JetOil, τραπεζίτες αναφέρουν στο «Κ» ότι από Σεπτέμβριο αναμένεται να ακολουθήσουν ακόμη 3-4 μεγάλα «κανόνια» εταιρειών από τον χώρο των τροφίμων, της ναυτιλίας και της βιομηχανίας. Την ίδια στιγμή, μικρότερες εταιρείες αναμένεται να συμπαρασυρθούν σε κλείσιμο, ενώ δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα μπορέσει να επιτύχει η επιχείρηση διάσωσης του ομίλου Μαρινόπουλου.

Αναγκαίο το «σοκ» στην οικονομία

Οι εξελίξεις αυτές θα επιφέρουν τεράστιο σοκ στην οικονομία, αυξάνοντας την ανεργία κατά χιλιάδες ανέργους και βαθύνοντας την ύφεση και την κοινωνική δυσαρέσκεια. Ωστόσο, φαίνεται ότι οι λύσεις-σοκ είναι αποδεκτές πλέον και από την κυβέρνηση, η οποία δεν έχει τα περιθώρια να «προσυπογράψει» τη διάσωση προβληματικών επιχειρήσεων υπό την απειλή της αύξησης της ανεργίας. Ερωτώμενος σχετικά για τα «λουκέτα» στις επιχειρήσεις, ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, είπε χαρακτηριστικά την εβδομάδα αυτή: «Πρέπει να αρχίσουμε με το δεδομένο ότι η οικονομία έχασε το 25% του πλούτου της. Και δεν είχαμε πάντα τις καλύτερες επιχειρήσεις, άρα πολλά πράγματα πρέπει να αρχίσουν από την αρχή», για να προσθέσει ότι φαινόμενα όπως της Μαρινόπουλος θα έχουν κακά αποτελέσματα γιατί εμπλέκουν και προμηθευτές.

Το θέμα των προμηθευτών είναι μεγάλο «αγκάθι» στην προσπάθεια διάσωσης ομίλων όπως ο Μαρινόπουλος ή άλλων που φυλλοροούν. Ωστόσο, η πίεση προς τις τράπεζες για την εξυγίανση του συστήματος είναι τέτοια ώστε να θεωρείται αμφίβολο εάν οι προμηθευτές θα προστατευθούν ει μη μόνον για τον ΦΠΑ που έχουν καταβάλει για τιμολόγια που δεν έχουν εισπράξει.

Κόβεται ο «φαύλος κύκλος»

Το τέλος ανοχής και εποχής για πολλές επιχειρήσεις έρχεται παράλληλα με τις αλλαγές στην εταιρική διακυβέρνηση των τραπεζών που προωθούνται βάσει μνημονίου και επιταγών SSM. Η ανεξέλεγκτη αύξηση των επισφαλών δανείωνμε τη συντήρηση από τις τράπεζες επιχειρήσεων που θα έπρεπε να έχουν κλείσει από χρόνια, είναι αναμφίβολα όχι μόνο προϊόν της ύφεσης, αλλά και κοινής γραμμής κράτους – τραπεζών και επιχειρήσεων.

Η απειλή των ανέργων αποτελούσε εργαλείο στα χέρια πολλών επιχειρηματιών, οι οποίοι με «όπλο» και τις καλές διασυνδέσεις τους με πολιτικούς και τράπεζες, κατάφερναν να επιζούν εις βάρος του υγιούς ανταγωνισμού. Οι τράπεζες στηρίζονταν μετοχικά από πολλούς υπερχρεωμένους επιχειρηματίες και παράλληλα οι τραπεζίτες δεν διακινδύνευαν να γράψουν ζημιές από δάνεια οι τράπεζες και οι ίδιοι να χάσουν τα μπόνους τους. Τις δύσκολες αποφάσεις, όπως συνήθως, αρνούνταν να πάρουν οι κυβερνώντες, αφού ούτε αύξηση της ανεργίας ήθελαν, ούτε να χαλάσουν τη σχέση με τις τράπεζες (οι πολιτικές παρεμβάσεις στη λειτουργία των τραπεζών ήταν δεδομένες και σε κάθε περίπτωση οι τράπεζες ήταν αυτές που απορροφούσαν τις εκδόσεις τίτλων του Δημοσίου), αλλά ούτε με τους επιχειρηματίες.

Το τελικό αποτέλεσμα είναι το κράτος να βρίσκεται σήμερα «συνεταίρος» με επιχειρηματίες που δεν χρωστούν μόνο στις τράπεζες, αλλά δεν πλήρωναν επίσης ΦΠΑ, φόρους, εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία, ηλεκτρικό ρεύμα, μισθώματα και φυσικά άφηναν απλήρωτους προμηθευτές και εργαζομένους. Και όλα αυτά όταν οι ίδιοι επιχειρηματίες έβγαζαν τα λεφτά τους στο εξωτερικό.

Αυτή είναι η πραγματικότητα που αναγκάζονται πλέον να ομολογήσουν και να μη συνεχίσουν να συντηρούν οι τράπεζες, αφού οι επιπτώσεις της πρακτικής που ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα απειλούν με άμεση κατάρρευση και τους εναπομείναντες υγιείς ιστούς της οικονομίας.

Προς νέα ολιγοπώλια

Όπως αναφέρουν τραπεζίτες στο «Κ», το «νυστέρι» που θα μπει βαθιά στο σώμα των επιχειρήσεων θα πετάξει εκτός συστήματος τους αδύναμους κρίκους, θα δημιουργήσει αναγκαστικά ολιγοπώλια και θα προκαλέσει έκρηξη της ανεργίας. Ωστόσο, εκτιμούν ότι το να αφεθούν κάποιες εταιρείες να πτωχεύσουν, όχι διοικητικά, επειδή δεν έχουν πλέον έρεισμα στην αγορά, είναι απολύτως υγιές διότι έτσι θα διοχετευθούν παραγωγικοί πόροι σε πιο ανταγωνιστικές διαδικασίες και απασχόληση. «Οι δυνάμεις της αγοράς είναι αυτές που δίνουν σε κάθε επιχείρηση τον ρόλο και τον χώρο της. Ας μην ξεχνάμε ότι όλες οι προβληματικές επιχειρήσεις που είχαν μπει παλαιότερα στον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων για να αποφύγουν την πτώχευση, τελικώς οδήγησαν σύντομα σε χρεοκοπία όλο τον υγιή ανταγωνισμό με τρανό παράδειγμα τον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας», αναφέρουν ενδεικτικά.

Όσο για την αναμενόμενη έκρηξη της ανεργίας, εκτιμούν ότι θα είναι προσωρινή, καθώς η εξυγίανση του επιχειρηματικού τοπίου θα δημιουργήσει τις συνθήκες ώστε μεγάλο μέρος ανέργων να απορροφηθούν σταδιακά από τον ανταγωνισμό.

Οι τραπεζίτες τονίζουν, επίσης, ότι αν δεν εξυγιανθεί ο ανταγωνισμός με αποσύνδεση από την τεχνητή υποστήριξη των τραπεζών όσων εταιρειών δεν είναι βιώσιμες, καμία επιχείρηση δεν θα αναλάβει το ρίσκο να επενδύσει. Μέχρι σήμερα, όπως αναφέρουν, οι υγιείς εταιρείες που ήταν συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους σε Δημόσιο, τράπεζες και εργαζομένους και κατάφερναν με πολλές δυσκολίες να αντεπεξέρχονται στην κρίση, βαρύνονταν με υψηλότερα επιτόκια δανεισμού ακριβώς επειδή οι τράπεζες συντηρούσαν υπερχρεωμένες ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. Παράλληλα, τα προϊόντα τους στην αγορά συναγωνίζονταν με άνισους όρους τα προϊόντα προβληματικών επιχειρήσεων. Ο ανταγωνισμός στην αγορά είχε πλήρως στρεβλωθεί και επιπλέον καμία υγιής επιχείρηση δεν ήταν διατεθειμένη να προχωρήσει σε επενδύσεις που θα χάνονταν στη χοάνη ενός σαθρού επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

Οι εξελίξεις πανευρωπαϊκά μετά το Brexit και την ανησυχία για το τραπεζικό σύστημα της Ιταλίας, αίρουν πλέον κάθε άλλοθι για το επώδυνο ξεκαθάρισμα των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων.

Πηγή:capital.gr