Η φορολόγηση του πλούτου και ο μύθος της ανάπτυξης

Πόσο πλούσιοι θέλουμε να είναι οι πλούσιοι;  Η ερώτηση αφορά την ουσία της πολιτικής στις ΗΠΑ. Οι προοδευτικοί θέλουν να αυξήσουν τους φόρους στα υψηλά εισοδήματα για να ενισχύσουν τις υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας. Οι συντηρητικοί θέλουν το αντίθετο και υποστηρίζουν πως η φορολόγηση των πλουσίων βλάπτει τους πάντες, γιατί περιορίζει τα κίνητρα για τη δημιουργία πλούτου.

Τα στοιχεία δεν στηρίζουν τη θέση των συντηρητικών. Ο πρόεδρος Ομπάμα πέτυχε αύξηση των υψηλότερων φορολογικών συντελεστών και προώθησε τη μεγαλύτερη επέκταση του κοινωνικού κράτους μετά τον Λίντον Τζόνσον. Οι συντηρητικοί προέβλεψαν ότι θα επέλθει καταστροφή όπως όταν ο Μπιλ Κλίντον αύξησε τους φόρους στο πλουσιότερο 1%. Ωστόσο, στη διάρκεια της θητείας Ομπάμα κατεγράφη η μεγαλύτερη αύξηση θέσεων εργασίας από τη δεκαετία του 1990. Μήπως υπάρχουν στοιχεία που να δικαιώνουν μακροπρόθεσμα τη μεγάλη ανισότητα;

Θεωρώ σκόπιμο να σας παρουσιάσω τρία τυποποιημένα μοντέλα προέλευσης της ακραίας ανισότητας που αποτελούν στοιχεία της πραγματικής οικονομίας.

Πρώτον, η ακραία ανισότητα μπορεί να οφείλεται στο ότι οι άνθρωποι διαφέρουν σε τεράστιο βαθμό ως προς την παραγωγικότητά τους: ορισμένοι κατορθώνουν να συνεισφέρουν εκατοντάδες χιλιάδες φορές περισσότερο από τον μέσο άνθρωπο. Αυτή η άποψη είναι ιδιαιτέρως δημοφιλής μεταξύ ανθρώπων που πληρώνονται εκατοντάδες χιλιάδες φορές περισσότερο από τον μέσο εργαζόμενο. Δεύτερον, η τεράστια ανισότητα μπορεί να οφείλεται στην τύχη. Εν ολίγοις ο χρυσός είναι τόσο μεγάλης αξίας και όσοι τον βρίσκουν γίνονται πλούσιοι χάρη στην εργασία όσων έψαξαν αλλά δεν βρήκαν. Το ίδιο συμβαίνει και στην οικονομία μας, καθώς όσοι έχουν την τύχη να τους κληρώσει ο πρώτος αριθμός του λαχείου δεν είναι ούτε ευφυέστεροι ούτε πιο εργατικοί από τους άλλους, απλώς βρέθηκαν στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή. Τρίτον, η ακραία ανισότητα μπορεί να βασίζεται στη δύναμη: στελέχη μεγάλων επιχειρήσεων αποφασίζουν για τις αμοιβές τους όπως όσοι κινούν τα νήματα του χρηματοπιστωτικού τομέα κάνουν περιουσίες βάσει εσωτερικής πληροφόρησης ή εισπράττοντας τεράστιες αμοιβές από αφελείς επενδυτές.

Το πλουσιότερο 0,1% των πολιτών των ΗΠΑ αποτελείται κυρίως από στελέχη επιχειρήσεων και ενώ ορισμένοι εξ αυτών έχουν πλουτίσει χάρη σε τολμηρές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, οι περισσότεροι απλώς αναρριχήθηκαν σε κάποια επιχειρηματική κλίμακα που βρήκαν έτοιμη. Σε ό,τι αφορά την αύξηση που σημειώνουν τα έσοδα των πλουσιότερων, οφείλεται απλώς στο ότι αυξάνονται οι αμοιβές των υψηλόβαθμων στελεχών και όχι στο ότι ανταμείβεται η καινοτομία. Το πραγματικό ερώτημα είναι, πάντως, αν μπορούμε να αναδιανείμουμε ένα τμήμα των εσόδων από τα χέρια των ελίτ και να το χρησιμοποιήσουμε για άλλους σκοπούς χωρίς να πλήξουμε την ανάπτυξη. Δεδομένου ότι ο πλούτος συχνά αποτελεί προϊόν τύχης ή δύναμης, είναι λογικό να συγκεντρώνουμε ένα τμήμα του σε φόρους και να το χρησιμοποιούμε για να ενισχύσουμε την κοινωνία στο σύνολό της, τόσο ώστε να μην ακυρώνει τα κίνητρα για τη δημιουργία πλούτου. Η Αμερική σημείωσε την ταχύτερη ανάπτυξη και τεχνολογική πρόοδο στη διάρκεια των δεκαετιών του 1950 και του 1960 παρά τους υψηλότερους φόρους και την πολύ πιο περιορισμένη ανισότητα που υπήρχαν τότε.

Σήμερα, οι χώρες με υψηλούς φόρους και περιορισμένη ανισότητα όπως η Σουηδία παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα καινοτομίας και μεγάλους αριθμούς καινούργιων επιχειρήσεων. Αυτό ενδέχεται να οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι το ισχυρό δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας ενθαρρύνει την ανάληψη κινδύνου: οι άνθρωποι μπορεί να είναι πρόθυμοι να ρισκάρουν για να πλουτίσουν, έστω κι αν ο πλούτος τους δεν θα είναι τόσο μεγάλος αλλά επειδή γνωρίζουν ότι δεν θα λιμοκτονήσουν αν δεν τα καταφέρουν.

Πηγή: kathimerini.gr