Ξεθωριάζει η λάμψη των startups της οικονομίας του διαμοιρασμού

H λάμψη των νεοφυών εταιρειών διαμοιρασμού αρχίζει να φθίνει στα μάτια των επενδυτών, καθώς όσες έχουν μπει στο χρηματιστήριο όχι μόνον δεν έχουν καταφέρει να χαράξουν πορεία σταθερής κερδοφορίας, αλλά συνεχίζουν να είναι ζημιογόνες. Τα απογοητευτικά αποτελέσματα των εισηγμένων Uber και Lyft έχουν καλλιεργήσει κλίμα δυσπιστίας για παρεμφερείς νεοφυής εταιρείες που αποβλέπουν στην άντληση δεκάδων δισεκατομμυρίων από τη δημόσια εγγραφή τους.

Αυτός είναι ο λόγος που η μητρική της εταιρείας βραχυχρόνιας ενοικίασης επαγγελματικών χώρων WeWork, We Company, αναθεωρεί τα σχέδιά της για την εισαγωγή της στο χρηματιστήριο, με ανοικτό το ενδεχόμενο ακόμα και να ακυρωθεί. Πηγές της  αμερικανικής εφημερίδας New York Times αποκάλυψαν πως η We Company εξετάζει τη μείωση της τιμής κατά περίπου 50% από την αρχική αποτίμηση που έγινε νωρίτερα φέτος. Μάλιστα, βάσει του δημοσιεύματος της αμερικανικής εφημερίδας, η εταιρεία ζήτησε νέα κεφάλαια από τον μεγαλύτερο χρηματοδότη της, τον ιαπωνικό τεχνολογικό κολοσσό Soft Bank. Την ώρα, δηλαδή, που η We Company μειώνει την αποτίμησή της στα 20-30 δισ. δολάρια από τα 47 δισ. δολάρια, ο διευθύνων σύμβουλός της Ανταμ Νιούμαν επισκέφθηκε το Τόκιο για να συζητήσει μια νέα επένδυση πέραν των 10,5 δισ. δολαρίων που ο ιαπωνικός κολοσσός έχει ήδη διοχετεύσει στην εταιρεία.

Θεωρητικά, η WeWork είναι ο μεγαλύτερος μισθωτής επαγγελματικών χώρων στο Μανχάταν. Αλλά η εικόνα της ταχέως αναπτυσσόμενης νεοφυούς εταιρείας άλλαξε όταν δημοσιεύτηκαν οι οικονομικές καταστάσεις της ενόψει της δημόσιας εγγραφής της και έδειξαν πως δεν έχει κανένα σημαντικό πλεονέκτημα σε σχέση με τους ανταγωνιστές της. «Δεν εκπλήσσει κανέναν στην αγορά ακινήτων αυτή η δραματική αναθεώρηση των προσδοκιών για τη δημόσια εγγραφή της We Company», σχολιάζει στους New York Times ο Τζον Αρένας, διευθύνων σύμβουλος της Serendipity Labs, που είναι ανταγωνίστρια της We Work.

Το φαινόμενο των νεοφυών εταιρειών διαμοιρασμού αψηφά έναν βασικό κανόνα της επιχειρηματικότητας: την εξασφάλιση κερδών. Aν και η μητρική της WeWork, We Company, έχει τετραπλασιάσει τα έσοδά της από το 2016 έως το 2018, οι ζημίες της διαμορφώθηκαν στα 700 εκατ. δολ. το α΄ εξάμηνο του 2019, 1,6 δισ. δολάρια το 2018, 900 εκατ. το 2017 και πάνω από 400 εκατ. δολάρια το 2016. Πριν από τη δημοσιοποίηση αυτών των οικονομικών στοιχείων, η We Company θεωρούνταν νέο κεφάλαιο επιτυχίας της Σίλικον Βάλεϊ διότι μέσα σε εννέα χρόνια εξελίχθηκε σε μεσιτικό όμιλο που διαχειρίζεται γραφεία σε 111 πόλεις και έχει 527.000 μέλη που πληρώνουν προμήθειες για να μοιράζονται επαγγελματικούς χώρους.

Ανάλογη είναι και κατάσταση της Lyft και της Uber, των δύο πλατφορμών σύνδεσης οδηγών με πελάτες, οι μετοχές των οποίων είναι χαμηλότερες κατά 30% από τη δημόσια εγγραφή τους, που πραγματοποιήθηκε φέτος στη Νέα Υόρκη. Ο διευθύνων σύμβουλος της Lyft, Μπράιαν Ρόμπερτς, ήταν περιχαρής όταν ανακοίνωσε έσοδα 876 εκατ. δολαρίων για το β΄ τρίμηνο, με άνοδο 72% από πέρυσι. Εξέφρασε, μάλιστα, την εκτίμηση πως οι φετινές ζημίες θα είναι λιγότερες σε σχέση με τα 911 εκατ. δολάρια που είχε χάσει το 2018 και τα 688 εκατ. δολάρια το 2017. Παρά, όμως, την αύξηση εσόδων της Lyft το β΄ τρίμηνο, οι ζημίες της διαμορφώθηκαν στα 650 εκατ. δολάρια. Οι ζημίες της μεγαλύτερης ανταγωνίστριας Uber εκτοξεύθηκαν στα 5,2 δισ. δολάρια την ίδια περίοδο.

Προς απογοήτευση των επενδυτών, ούτε η Lyft ούτε η Uber δεν προβλέπεται να είναι κερδοφόρες το 2020 και το 2021, σύμφωνα με προβλέψεις του αμερικανικού ειδησεογραφικού δίκτυου CNN. Εύλογο είναι λοιπόν να προτείνουν αναλυτές της αγοράς στην WeCompany να αναθεωρήσει προς τα κάτω την αποτίμησή της. Μια τέτοια κίνηση θα ενίσχυε, τουλάχιστον, τις πιθανότητες για παρουσιάσουν οι μετοχές της καλύτερες αποδόσεις σε αντίθεση με τις Uber και Lyft.

Πηγή: kathimerini.gr