Οι φαρμακοβιομηχανίες δεν αντέχουν το clawback

«Σήμα κινδύνου» εκπέμπει σύσσωμη η φαρμακοβιομηχανία ως αποτέλεσμα των υψηλών υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων (clawback/rebate) που καλούνται να πληρώσουν οι εταιρείες.

Αφορμή αυτήν τη φορά αποτέλεσε το ύψος των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων (clawback/rebate) που θα πρέπει να καλύψουν οι φαρμακευτικές εταιρείες για τα νοσοκομειακά φάρμακα (Ν. 3816 κατηγορίας 1Α) που διανέμονται από τον ΕΟΠΥΥ για το πρώτο εξάμηνο του 2018.

Σε κοινή επιστολή προς τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης Γιάννη Δραγασάκη, τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Γιώργο Χουλιαράκη και τον υπουργό Υγείας Ανδρέα Ξανθό, ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) και το Pharma Innovation Forum (PIF) –που εκπροσωπούν κυρίως μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες– χαρακτηρίζουν εξωφρενικά τα ποσά που πρέπει να πληρώσουν οι εταιρείες, τονίζουν δε, ότι η βιομηχανία καλείται να επιστρέψει μέσω clawback και rebate το 71% της συνολικής δαπάνης του ΕΟΠΥΥ για τα νοσοκομειακά φάρμακα του Ν. 3816 κατηγορίας 1Α.

Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην επιστολή «για να γίνει απολύτως σαφές, το κράτος καθορίζει την τιμή πώλησης ενός προϊόντος και στη συνέχεια απαιτεί να επιστραφεί το 71% της αξίας του μέσω του θεσμοθετημένου μηχανισμού υποχρεωτικής απόδοσης clawback και rebate».

Οι επιστροφές αυτές έχουν προκαλέσει «πονοκέφαλο» στη φαρμακοβιομηχανία, καθώς σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, για το πρώτο εξάμηνο του 2018, με προϋπολογισμό 27,9 εκατ. ευρώ, η πραγματική δαπάνη του ΕΟΠΥΥ διαμορφώθηκε στα 77,7 εκατ. ευρώ, δηλαδή η υπέρβαση έφτασε τα 49,8 εκατ. ευρώ.

Την υπέρβαση αυτή καλούνται να πληρώσουν σε clawback οι εταιρείες. Επειτα, εάν σε αυτό το ποσό υπολογιστούν και άλλα 5,6 εκατ. ευρώ που είναι τα rebates, η συνολική συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας στο σύνολο της δαπάνης αγγίζει το 71%. Στην επιστολή τους, ο ΣΦΕΕ και το PIF υπογραμμίζουν ότι αυτή η κατάσταση πλέον δεν είναι βιώσιμη, ενώ ζητούν από την κυβέρνηση να προβεί σε ενέσεις ρευστότητας για το όριο του προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ για τη συγκεκριμένη κατηγορία φαρμάκων, όπως είχε γίνει και κατά τη διετία 2016-2017.

Σημειώνεται ότι στο τέλος του 2017, σε έναν προϋπολογισμό 58 εκατ. ευρώ προστέθηκαν άλλα 24 εκατ. ευρώ, η πραγματική δαπάνη διαμορφώθηκε στα 137 εκατ. ευρώ και το τελικό ύψος των επιστροφών για τη φαρμακοβιομηχανία ανήλθε στα 55,1 εκατ. ευρώ, περίπου δηλαδή στο 40% της συνολικής δαπάνης του ΕΟΠΥΥ.

Να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη κατηγορία περιλαμβάνει φάρμακα τα οποία είναι υψηλού κόστους και ενδείκνυται για την αντιμετώπιση σοβαρών και χρόνιων παθήσεων, μεταξύ των οποίων και ο καρκίνος. Παράγοντας της αγοράς επισημαίνει στην «Κ» ότι λόγω αυτών των πιέσεων «πολλές φαρμακευτικές εταιρείες σκέφτονται να μην προμηθεύουν με φάρμακα αυτής της κατηγορίας τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ, σε περίπτωση που δεν λάβει μέτρα η πολιτεία».

Την εκτίμηση αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει και επιστολή της εταιρείας Φαρμασέρβ-Lilly που δηλώνει πλέον αδύναμη να πληρώσει το ποσό του clawback για δύο ογκολογικά φάρμακα της κατηγορίας 1Α καθώς και για άλλα της ίδιας κατηγορίας στο μέλλον. Παράλληλα, εκφράζει και την αδυναμία της να προμηθεύσει τον ΕΟΠΥΥ με αυτήν την κατηγορία των προϊόντων, με πληροφορίες να ξεκαθαρίζουν στην «Κ» ότι «αυτό δεν σημαίνει πως τα συγκεκριμένα φάρμακα θα αποσυρθούν καθώς η εταιρεία δεν πρόκειται να αφήσει ακάλυπτους τους ασθενείς».

Η εταιρεία, από την πλευρά της, τηρεί στάση αναμονής, έπειτα από συνάντηση που πραγματοποίησε χθες με το υπουργείο Υγείας, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι θα ανοίξει ένας ευρύς κύκλος συζητήσεων με το υπουργείο Υγείας, καθώς θα ακολουθήσουν και άλλες φαρμακευτικές επιχειρήσεις την απόφαση της Φαρμασέρβ-Lilly.

Συνάντηση είχε κατά πληροφορίες και η εταιρεία MSD, αφού προηγουμένως είχε αποστείλει επιστολή προς τους εκπροσώπους του υπουργείου Υγείας. Σε αυτήν, η εταιρεία ζητεί την αύξηση του ορίου του προϋπολογισμού για τη συγκεκριμένη κατηγορία φαρμάκων, προειδοποιώντας ότι καθίσταται δύσκολο να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των προϊόντων σε ποσοστά επιστροφών που περιστρέφονται στο 70%.

Πηγή: kathimerini.gr