Το αδύναμο σημείο του αμερικανικού φορολογικού συστήματος

Η Apple και οι ΗΠΑ διαμαρτύρονται για την απόφαση της Κομισιόν να ζητήσει από τον τεχνολογικό κολοσσό την αναδρομική καταβολή φόρων 13 δισ. ευρώ στην ιρλανδική κυβέρνηση. Πράγματι είναι ένα πρόστιμο ρεκόρ για την Ευρώπη. Αλλά η Apple και η αμερικανική κυβέρνηση βρέθηκαν μόνες τους σε αυτήν τη θέση.

Η Apple υιοθέτησε επιθετικές πρακτικές φοροαποφυγής εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία, με αποκορύφωμα τη συσσώρευση 100 δισ. δολαρίων στην Ιρλανδία χωρίς να πληρώνει γι’ αυτά καθόλου φόρους σε κανένα μέρος του κόσμου, σύμφωνα με αναλυτική έκθεση του αμερικανικού Κογκρέσου.

Η Apple είχε πιστέψει πως η συμφωνία της με έναν φορολογικό παράδεισο σαν την Ιρλανδία δεν θα θεωρούνταν ποτέ και πουθενά παράνομη – ακόμη και εάν οι Αρχές στην Ε.Ε είχαν προηγουμένως ανοίξει ανάλογες υποθέσεις με πολυεθνικές εταιρείες όπως η Starbucks, η Amazon, η Fiat και ο γερμανικός κολοσσός χημικών BASF.

Το Κογκρέσο δεν έχει λάβει πρακτικά κανένα μέτρο για να καταπολεμήσει πρακτικές φοροαποφυγής, εμμένοντας σε ένα ετεροχρονισμένο φορολογικό καθεστώς όταν ο διεθνής οικονομικός κόσμος έχει εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό. Το μεγαλύτερο μειονέκτημα του αμερικανικού φορολογικού κώδικα είναι οι αναβαλλόμενοι φόροι που προκύπτουν από κέρδη που δεν έχουν επαναπατριστεί. Το σκεπτικό πίσω από αυτόν τον κανόνα είναι πως έδινε τα περιθώρια στις πολυεθνικές να δρομολογήσουν επενδύσεις στο εξωτερικό. Σήμερα είναι η βάση για την οποιαδήποτε τακτική φοροαποφυγής. Χάρη στο «οπλοστάσιο» του χρηματοοικονομικού κλάδου, οι αμερικανικοί κολοσσοί μπορούν να μεταφέρουν κέρδη στο εξωτερικό. Εν συνεχεία, καλλιεργώντας ένα δίκτυο διασυνδέσεων στο Κογκρέσο, μέσω έντονου λόμπινγκ, επιτυγχάνουν έκτακτες μειώσεις στη φορολογία για να επαναπατρίσουν χρήματα.

Το αποτέλεσμα είναι ότι υπάρχουν επιχειρηματικά κέρδη 2 τρισ. δολαρίων στο εξωτερικό, δηλαδή δεν έχουν δηλωθεί στις αμερικανικές φορολογικές αρχές. Στη λίστα των εταιρειών που στηρίζονται στον κανόνα των αναβαλλόμενων φόρων δεν ξεχωρίζει μόνον η Apple αλλά και οι Microsoft, Google, Cisco και Oracle. Ολες αυτές οι εταιρείες επιδιώκουν από το Κογκρέσο να τους παραχωρήσει «διακοπές φόρων». Δηλαδή διαπραγματεύονται τον επαναπατρισμό κερδών αλλά όχι με τον υφιστάμενο φορολογικό συντελεστή του 35%. Πριν από την απόφαση της Κομισιόν, οι Ρεπουμπλικανοί έβλεπαν με θετικό μάτι την πρόταση αυτή, αλλά οι Δημοκρατικοί θεωρούσαν πως έτσι παραχωρούσαν αμνηστία σε αυτούς που κατέφευγαν όλα τα προηγούμενα χρόνια σε πρακτικές φοροαποφυγής.

Λύση στο πρόβλημα δεν είναι να κηρυχθεί φορολογικός πόλεμος στην Ευρώπη. Εναπόκειται στη δικαιοδοσία του Κογκρέσου να προωθήσει μια λογική προσέγγιση επί του θέματος. Ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είχε προτείνει κάτι αποτελεσματικό το 2015. Να φορολογούνται υποχρεωτικά όλα τα κέρδη των πολυεθνικών στο εξωτερικό με συντελεστή 14% –είτε επαναπατρίζονταν είτε όχι– και έπειτα να φορολογούνται με ελάχιστο συντελεστή 19% τα κέρδη που δηλώνονταν σε άλλες χώρες. Μία ακόμα καλύτερη προσέγγιση θα ήταν να καταργηθεί η αναβολή στην καταβολή φόρων από κέρδη στο εξωτερικό, επιβάλλοντας την άμεση πληρωμή τους.

Οι Ρεπουμπλικανοί απέρριψαν την πρόταση του κ. Ομπάμα το 2015 και δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να τεθεί εκ νέου ένα τόσο επίμαχο ζήτημα τόσο κοντά στις εκλογές.

Ωστόσο ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ και το Κογκρέσο θα πρέπει να λάβουν τα μέτρα τους για να εξασφαλίσουν την καταβολή φόρων που αρμόζουν στις αμερικανικές επιχειρήσεις.

Πηγή:kathimerini.gr